Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011

Ποίηση

Ποίηση


Το τρίτο πρόβατο από αριστερά, αυτοπροσώπως Σταύρος Τραγάρας

Από το «Αντιλεξικό νεοελληνικής χρηστομάθειας» του Δημοσθένη Κούρτοβικ

Η νεότερη Ελλάδα έχει πολύ σημαντική ποιητική παράδοση. Γι’ αυτό οι επίδοξοι λογοτέχνες μας, αλλά και οι κριτικοί και οι φιλόλογοι, αισθάνονται κατά κανόνα ότι έχουν περισσότερες πιθανότητες να θεωρηθούν και οι ίδιοι πολύ σημαντικοί αν ασχοληθούν με την ποίηση παρά με την πεζογραφία. Το αποτέλεσμα είναι ότι η ελληνική ποίηση εμφανίζεται σπουδαιότερη απ’ όσο πραγματικά είναι.

Η νεοελληνική γλώσσα έχει αναδείξει ένα ποιητή που μπόρεσε να μιλήσει σ’ ένα παγκόσμιο κοινό κι επηρέασε όχι λίγους ποιητές άλλων γλωσσών: τον Καβάφη. Επίσης έχει γεννήσει δυο τρεις ποιητές που ίσως κάποτε θεωρηθούν μεγάλοι, με οποιαδήποτε κριτήρια. Τέλος, έχει βγάλει μια πλειάδα ποιητών που κατόρθωσαν να εξυψώσουν σε ποιητικό όραμα αυτό που λέμε Ελλάδα. Στη σκιά όλων αυτών κινείται ένα αμέτρητο πλήθος άλλων, που φαντάζονται ότι καταυγάζονται από τη λάμψη τους.

Αν υπάρχει μια απόδειξη ότι είμαστε ποιητικός λαός, δεν είναι η πολλή ποίηση που γράφεται στην Ελλάδα (οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο έχουν συνθέσει τουλάχιστον τρία – τέσσερα ποιήματα στη ζωή τους), αλλά η τάση μας να χαρακτηρίζουμε ποιητικό οτιδήποτε μας αρέσει: από ένα μυθιστόρημα ως μια μαγειρική συνταγή.

Στο Σεφέρη οφείλεται η σοφή παρατήρηση ότι οι τρεις μεγαλύτεροι ποιητές μας (Σολωμός, Κάλβος, Καβάφης) δεν ήξεραν ελληνικά. Δεν πρόκειται για παράδοξη σύμπτωση. Η υψηλή ποίηση προϋποθέτει την ανορθόδοξη, ας μη διστάσουμε να πούμε: την ασεβή χρήση της γλώσσας, την υποταγή της στην ορμή του μεγαλόπνευστου ποιητή. Και σε μια τέτοια πράξη προχωρεί ευκολότερα κάποιος που βλέπει μια γλώσσα σαν καινούργιο σπίτι του παρά όποιος την αντιμετωπίζει σαν διατηρητέο μνημείο.

Η επισήμανση του Σεφέρη δεν προβλημάτισε όσο έπρεπε. Ο λεξιθηρικός ακαδημαϊσμός που χαρακτηρίζει όλο και περισσότερο την ποίησή μας τα τελευταία χρόνια φανερώνει μια μουσειακή θεώρηση της γλώσσας. Για την κατανόηση πολλών νέων ποιητών μας, η ευαισθησία είναι λιγότερο απαραίτητη από το λεξικό Liddell – Scott.

Ποίηση είναι η αναπάντεχη χρήση της γλώσσας, όπως είπε ο Borges. Αλλά κάθε αναπάντεχη χρήση της γλώσσας δεν είναι ποίηση, όπως φαίνεται να νομίζουν πολλοί εκπρόσωποι της νεότερης ποίησής μας.

Οι νέοι ποιητές μας τονίζουν με κάθε ευκαιρία ότι δεν εμπνέονται από κάποιο κοινό όραμα, ότι οι αναζητήσεις τους είναι ανόμοιες και ακολουθούν καθένας το δικό του δρόμο. Αυτή η άποψη φαίνεται όλο και πιο αλλόκοτη, γιατί όσο περνούν τα χρόνια η ποίησή τους γίνεται όλο και πιο ομοιόμορφη. Με πολύ λίγες εξαιρέσεις, είναι ήδη σχεδόν αδύνατο, να διακρίνουμε προσωπικότητα στις ποιητικές φωνές που ακούγονται.

Δεν υπάρχουν σχόλια: