ΕΥΘΥΜΟΓΡΑΦΗΜΑ
Γράφει ο
Σταύρος Τραγάρας
ΛΕΜΠΕΣΑΡΟΣ: Του πάνε
σα ντο λημνιό του τραγδέλ’. Άκσε: «Τν
ακριγιούδα α σε βάλω / μόνε για να ξεγλιαρέψεις / τν άκριγια τν ακριγιανή. / Κι
άμα θελ’ς για να χουρτάγ’ς / στν αλλ’ την άκριγια α φτάσω / πόναι πισ’ απ’ τ’ μεστμενή».
ΠΟΥΡΠΟΥΡΓΙΑΝΟΣ: Σάχλες
μπούχλες. Γω ξέρου ότε ο πορδυπουργός κυρ Αντών’ς όπους κι ου άλλους ου κυρ
Γιουργάκ’ς, δε ξέραν. Δε ξέραν, πώς του λένε.
ΛΕΜΠΕΣΑΡΟΣ: Σα ντο
Κμουσινιώ. Τώρα όμους θα τα πω ιπιστημουνικά κι ευγενίδκα μην έχουμ ντράβαλα. Ήνταν
παλιά στο Πουρπούλ μια μσουχαζέλα η Κμουσινιούδα κι ένας γείτουνας ου Αθανάγ’ς
τν ήγλεπε όπους ου κάτους τα ψάρια. Τ’ λεγ’, α σε δώκου μση οκά θρυψίν’ να σε
εισχουρήσου τν ακρότημ’. Λεγ’ του Κμουσινιώ εντάξ αλλά θέλου μια οκά, οχ’ μση.
Λεγ’ ου Αθανάγ’ς, οχ’, μια οκά έναι πουλλή, σα θελ’ς μση. Εντάξ λεγ’ του
Κμουσινιώ, αλλά κι συ θα με εισχουρήγ’ς μόνε τη μση ακρότης. Γίν’κε του
χουζμέτ, αλλά ου Αθανής εισχώρσεν ουλ’ τν ακρότης, κι οχ’ μόνε τη μση. Ε, τον
λεγ’ του Κμουσινιώ, τι πήκαμ; Τη μση πήκαμ, συ τν εισχώρσες μποτούν’κια κι
ουλάκερ. Κι λεγ’ ου Αθανάγ’ς: Γω νόμζα τη μση, αλλά απ’ τ’ μεσ’ κι σα μένα.
***Αγαπητοί αναγνώστες ακριγιοευτυχείτε. Και προσεχτικά,
άκριγια - άκριγια και τοίχο - τοίχο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου